Ο έρπης είναι μια ήπια ιογενής λοίμωξη που εμφανίζεται αρκετά συχνά λόγω του υποτροπιάζοντος και λανθάνοντα χαρακτήρα του και γίνεται μερικές φορές πολύ ενοχλητικός. Σοβαρές μορφές του μπορεί να επηρεάσουν τις έγκυες γυναίκες, τα νεογνά, τους ατοπικούς ασθενείς αλλά και ανοσοκατεσταλμένους.
Τα Κλινικά Συμπτώματα
Πρωτοβάθμια Λοίμωξη
Όταν είναι συμπτωματική (10% σε στοματοπροσωπικό επίπεδο, 20-50% στο σημείο των γεννητικών οργάνων), εμφανίζεται 5-7 ημέρες μετά την μόλυνση.
Σε στοματοπροσωπικό επίπεδο, συχνά παίρνει τη μορφή οξείας στοματίτιδας, δραματική και επώδυνη, που περνάει σε 7 έως 10 ημέρες.
Οι βλάβες συμβαίνουν στα χείλη, τα ούλα, τη γλώσσα, τον ουρανίσκο ή το φάρυγγα.
Συνήθως εμφανίζονται ομαδοποιημένες με μορφή κυστιδίων και συνδυάζουν υψηλό πυρετό (39-40°C), αποκρουστική αναπνοή, υπερβολική σιελόρροια, τραχηλική λεμφαδενοπάθεια.
Η ρήξη των κυστιδίων προκαλεί επώδυνα έλκη, κάνοντας τη διαδικασία της τροφής δύσκολη.
Στα γεννητικά όργανα, οι βλάβες (φλύκταινες και έλκη) εμφανίζονται και σε κοντινή απόσταση (μηροί, γλουτοί, πρωκτός).
Στις γυναίκες, η κύρια μόλυνση λαμβάνει συχνά την μορφή οξείας αιδοιοκολπίτιδας (ενίοτε με οίδημα και πυρετό).
Στους άνδρες είναι λιγότερο επώδυνη και παίρνει τη μορφή βαλανίτιδας. Χωρίς θεραπεία, υποχωρεί σε 10 έως 20 ημέρες.
Υποτροπές
Επανεμφανίζονται τα συμπτώματα της πρωτογενούς λοίμωξης, συνήθως στις ίδιες περιοχές, αλλά η επούλωση είναι ταχύτερη (5-10 ημέρες).
Αυτές οι υποτροπές συχνά προειδοποιούν με τσούξιμο, ερυθρότητα, αίσθημα καύσου ή μούδιασμα.
Σε στοματοπροσωπικό επίπεδο εμφανίζεται η γνωστή βλάβη στα χείλια, χωρίς να αποκλείεται και η εμφάνιση σε άλλες περιοχές όπως μύτη, πηγούνι, μάγουλα.
Στα γεννητικά όργανα, οι βλάβες, ιδιαίτερα στις γυναίκες, μπορεί να περάσουν απαρατήρητες.
Βλάβες μπορεί να εμφανιστούν σε όλα τα σημεία του δέρματος, συμπεριλαμβανομένου του χεριού και ιδιαίτερα των δακτύλων, ειδικά σε αθλητές πολεμικών τεχνών.
Επίσης στην περιοχή των ματιών με τη μορφή βλεφαρίτιδας ή κερατίτιδας, που μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε απώλεια όρασης.
Σοβαρές Μορφές
Σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, μπορεί να έχουμε σοβαρές βλάβες στο δέρμα ή και στα σπλάχνα.
Στους ατοπικούς ασθενείς, ο έρπης μπορεί να επιμολύνει κάποιο έκζεμα και να προκαλέσει διάδοση της νόσου.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ερπητοειδής ηπατίτιδα μπορεί, σπάνια όμως, να εμφανιστεί εάν έχει γίνει επιμόλυνση με τον ιό το πρώτο τρίμηνο, κάτι το οποίο μπορεί να αποβεί μοιραίο και χρήζει άμεσης θεραπευτικής αντιμετώπισης.
Μεταγεννητική μόλυνση είναι επίσης δυνατή μέσω της επαφής με ένα πρόσωπο που εκκρίνει τον ιό.
Μετάδοση της Μόλυνσης
• Μέσω της άμεσης επαφής με βλάβες ή εκκρίσεις (δάκρυα, σάλιο, εκκρίσεις των γεννητικών οργάνων).
• Ο ασθενής είναι μεταδοτικός από την έναρξη των πρόδρομων συμπτωμάτων και μέχρι την ίαση, σε μικρότερο όμως βαθμό, όπως και κατά τη διάρκεια ασυμπτωματικών περιόδων.
• Ο HSV1 μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη των γεννητικών οργάνων κατά τη διάρκεια της επαφής.
• Ο έρπης των γεννητικών οργάνων είναι ένα σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα.
Η διείσδυση δεν είναι απαραίτητη για τη μόλυνση.
Παράγοντες που Ευνοούν τις Υποτροπές
• Σε γενικές γραμμές, η ανοσοκαταστολή προωθεί υποτροπές.
• Όλες οι περιπτώσεις επανενεργοποίησης δεν γίνονται αντιληπτές.
Σε στοματοπροσωπικό επίπεδο, παράγοντες που ευνοούν περιλαμβάνουν πυρετό, έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία ή κρύο, η έμμηνος ρύση, μια οξεία εμπύρετη λοίμωξη, το άγχος, η κούραση, κάποιο τοπικό τραύμα (στοματική χειρουργική, δερμοαπόξεση), όπως και η σεξουαλικές επαφές.
Διάγνωση
• Στην στοματοπροσωπική μορφή, κλινική διάγνωση μόνο.
• Στον έρπη γεννητικών οργάνων ή στην άτυπη νόσο, μια παρατήρηση των βλαβών μπορεί να επιβεβαιώσει τη διάγνωση.
Η καλλιέργεια του ιού ως μέθοδος αναφοράς επιτρέπει την ταυτοποίηση των ιών τύπου (HSV 1 ή 2) σε 1 έως 4 ημέρες.
Σε περίπτωση έρπητα των γεννητικών οργάνων, συνιστάται η αναζήτηση και άλλου σεξουαλικώς μεταδιδόμενου νοσήματος (χλαμύδια, HIV ορολογικές εξετάσεις, σύφιλη, γονόρροια, ηπατίτιδα Β).
• Σε ανοσοκατεσταλμένους ή έγκυες γυναίκες, η ανίχνευση του ιικού γονιδιώματος γίνεται με PCR (αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης), πολύ γρήγορη και ευαίσθητη, αλλά και πιο δαπανηρή μέθοδος.
• Στο νεογέννητο, η διάγνωση γίνεται με οφθαλμικά επιχρίσματα και επιχρίσματα του φάρυγγα, αν η μητέρα έχει αλλοιώσεις που υποδηλώνουν έρπητα των γεννητικών οργάνων.